Thursday, 19 July 2012

Στρωματικοί όγκοι του πεπτικού (ζ. ΠΡΟΓΝΩΣΗ)

ΠΡΟΓΝΩΣΗ  [ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ]

Πολλές μελέτες έχουν γίνει σε μία προσπάθεια  διαβάθμισης και πρόγνωσης της βιολογικής συμπεριφοράς των GISTs . Οι πλέον χρήσιμοι κλινικοπαθολογικοί παράγοντες είναι: το στάδιο της νόσου, η εντόπιση και το μέγεθος του όγκου, η παρουσία και ο βαθμός νεκρώσεως του όγκου, η κυτταροβρίθεια,  η κυτταρική  (πυρηνική) πολυμορφία και η μιτωτική δραστηριότητα. 
Το προχωρημένο στάδιο ή η έκταση της νόσου με ενδοκοιλιακή διασπορά ή/και ηπατικές μεταστάσεις αποτελεί δείκτη ελαττωμένης επιβίωσης[52]
Η εντόπιση του όγκου αποτελεί, κατά πολλούς συγγραφείς, σημαντικό προγνωστικό παράγοντα.[39-46,165,178-180] 
Οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στον οισοφάγο διαγιγνώσκονται κάπως όψιμα και τείνουν να έχουν κακή έκβαση, λόγω υψηλού κινδύνου κακοήθους συμπεριφοράς.[44] 
Οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στο στόμαχο έχουν καλύτερη πρόγνωση από τους, ιδίου μεγέθους, όγκους του λεπτού εντέρου, ώστε να προτείνονται διαφορετικά διαγνωστικά κριτήρια,[39-41,179,180]   αν και αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί σε άλλες μελέτες.[146] 
Οι στρωματικοί όγκοι του 12/λου σε ποσοστό ≥ 50% είναι καλοήθεις. Το πλείστον των 12/λικών όγκων εντοπίζονται στην 2η μοίρα του 12/λου και πιέζουν ή διηθούν το πάγκρεας.[177] 
Οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στο κόλον  είναι τόσο σπάνιοι[165] που δεν προσφέρονται για στατιστική ανάλυση, αλλά η σχέση καλοήθους-κακοήθους όγκου είναι 1:2.[42] Οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στην σκωληκοειδή απόφυση, όσοι έχουν αναφερθεί, είναι καλοήθεις.[50] Οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στο ορθό είναι ενδοτοιχωματικοί και ενίοτε μισχωτοί. Συνήθως υποτροπιάζουν, ιδιαίτερα μετά από ανεπιτυχή χειρουργική επέμβαση και θα πρέπει ευθύς εξ αρχής να αντιμετωπίζονται ριζικά,[1,43] καθόσον, όπως αναφέραμε, σε ένα βαθμό υποτροπιάζουν και μεθίστανται συχνά.[181] 
Οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στο επίπλουν είναι λιγότερο επιθετικοί από τους όγκους τους εντοπιζόμενους στο μεσεντέριο.[45
Ο αναφερόμενος αριθμός GISTs σε άλλες θέσεις είναι σχετικά μικρός και η έκβαση στους ασθενείς αυτούς ανεξακρίβωτη.

Υπάρχει η γενικώς αποδεκτή άποψη, ότι για όλους τους GISTs οιασδήποτε εντόπισης τα σημαντικότερα προγνωστικά κριτήρια, όσον αφορά την επιθετικότητα του όγκου (τοπική υποτροπή, μεταστατικό δυναμικό), είναι το μέγεθος  και ο μιτωτικός δείκτης του νεοπλάσματος.[7,39,53,182-186] Σε παλαιότερες αναφορές οι όγκοι διεκρίνοντο, βάσει των ανωτέρω δύο κριτηρίων, σε καλοήθεις, οριακούς και κακοήθεις. 

Σήμερα υπάρχει απροθυμία στη χρήση του όρου «καλοήθης στρωματικός όγκος», δεδομένης της δυνητικά απρόβλεπτης κακοήθους συμπεριφοράς του. Έτσι μετά από γενική συναίνεση[36] οι όγκοι σήμερα ταξινομούνται σε πολύ χαμηλού, χαμηλού, μέσου και υψηλού κινδύνου ως ακολούθως: Πολύ χαμηλού κινδύνου: μέγεθος <2 cm + <5 μιτώσεις /50 Μ.Ο.Π., χαμηλού κινδύνου: μέγεθος  2-5 cm + <5 μιτώσεις /50 Μ.Ο.Π., μέσου κινδύνου: μέγεθος <5 cm + 6-10 μιτώσεις /50 Μ.Ο.Π. ή μέγεθος  5-10 cm + <5 μιτώσεις /50 Μ.Ο.Π., υψηλού κινδύνου: μέγεθος  >5 cm + >5 μιτώσεις /50 Μ.Ο.Π. ή μέγεθος  >10 cm + οιοσδήποτε αριθμός μιτώσεων ή οιοδήποτε μέγεθος + >10 μιτώσεις /50 Μ.Ο.Π.. 

Μελέτες έχουν δείξει οτι ασθενείς με μέγεθος  όγκου <5 cm επιβίωσαν ή ήταν ελεύθεροι νόσου για περισσότερο χρόνο (κατά 1.5 έτος) απ’ ότι ασθενείς με μέγεθος όγκου 5-10 cm  (μέσος όρος επιβίωσης 19 μήνες) ή μέγεθος όγκου >10 cm (μ.ο.επιβίωσης 17 μήνες).[187]
 
Είναι γνωστόν, ότι οι GISTs δείχνουν σταθερά μία επιθετική συμπεριφορά με υψηλά ποσοστά θανάτων οφειλόμενα  σε υποτροπή ή μεταστατική νόσο [53,186]  Αν και είναι δύσκολο να έχουμε πραγματική εικόνα, όσον αφορά την ιστοπαθολογική διαβάθμιση ενός όγκου, περίπου 50% των χαμηλής κακοήθειας όγκων υποτροπιάζουν. Από αυτούς 60% μεθίστανται σε άλλες ενδοκοιλιακές θέσεις ή στο ήπαρ ή και σε αμφότερα.[183] Όλοι οι υψηλής κακοήθειας όγκοι υποτροπιάζουν και ποσοστό 80% αυτών μεθίστανται.[183]

Η επιβίωση φαίνεται ότι εξαρτάται από την εντόπιση του όγκου. Σε μία μεγάλη μελέτη  η ολική 10ετής επιβίωση ήταν 48%. Για τους εντοπιζόμενους στο στόμαχο η επιβίωση ήταν 74% και στο λεπτό έντερο 17%.[179] Ομοίως, σε  έτερη μελέτη 1004 στρωματικών όγκων, οι εντοπιζόμενοι στο στόμαχο είχαν καλύτερη πρόγνωση από εκείνους του λεπτού εντέρου, του παχέος εντέρου και του μείζονος επιπλόου-μεσεντερίου-περιτοναίου.[39] Σε άλλη μελέτη ο μ.ο.επιβίωσης στους χαμηλής κακοήθειας  όγκους ήταν 8 χρόνια και στους υψηλής κακοήθειας όγκους 2 χρόνια. [183]

Οι περισσότεροι στρωματικοί όγκοι είναι χαμηλής κακοήθειας. Παρ’ όλα αυτά  φαίνεται, ότι όλοι οι GISTs έχουν την ικανότητα να ακολουθήσουν επιθετική βιολογική συμπεριφορά, δηλαδή σε όλους τους όγκους υποφώσκει βαθμός κακοήθους κλινικής συμπεριφοράς. Όμως, είναι δύσκολο να καθορισθεί  ποίοι χαμηλής κακοήθειας όγκοι θα συμπεριφερθούν επιθετικά,[178] και τυγχάνει ιδιαίτερου ενδιαφέροντος το γεγονός, ότι όγκοι στερούμενοι κριτηρίων κακοήθειας μπορεί ενίοτε να μεταστούν,[1,178] δηλαδή το μικρό μέγεθος και ο χαμηλός μιτωτικός δείκτης (ΜΙ) δεν προδικάζουν καλοήθη κλινική πορεία, δεδομένου ότι έχουν παρατηρηθεί θανατηφόροι περιπτώσεις με χαμηλής κακοήθειας όγκους, μεγέθους ~1 cm και Μ.Ι. 1 μίτωση/10 Μ.Ο.Π..[183] Ένας μικρότερος αριθμός  όγκων είναι εμφανώς κακοήθεις και παρουσιάζουν χαρακτηριστικά τα οποία αποκαλύπτουν τάση επιθετικής συμπεριφοράς. Γι’αυτό είναι γενικά αποδεκτό, ότι όλοι οι  GISTs , εκτός από αυτούς που ανακαλύπτονται τυχαία ή είναι μεγέθους <1cm, θα πρέπει να θεωρούνται όγκοι χαμηλής κακοήθειας και σαν τέτοιοι να αντιμετωπίζονται και να παρακολουθούνται.[36]

Άλλα ιστοπαθολογικά χαρακτηριστικά που έχουν αξιολογηθεί σαν εν δυνάμει προγνωστικά κριτήρια περιλαμβάνουν την κυτταροβρίθεια του όγκου, τη ρήξη του όγκου και την διήθηση και εξέλκωση του υπερκείμενου του όγκου βλεννογόνου. 
Η χαμηλή κυτταροβρίθεια, καίτοι έχει συνδυασθεί με καλύτερη πρόγνωση,[40,180] είναι δύσκολο να βρει κλινική εφαρμογή και έτσι δεν έχει τύχει γενικής αποδοχής. 
Η ρήξη του όγκου, πρίν ή κατά την επέμβαση, συνιστά κακό προγνωστικό δείκτη με τάση ενδοκοιλιακής διασποράς της νόσου. Η ολική επιβίωση των 17 μηνών εγγίζει εκείνη της ατελούς εκτομής του όγκου που είναι 21 μήνες.[187]  
Η διήθηση του βλεννογόνου χαρακτηριζόμενη από διήθηση νεοπλασματικών κυττάρων ανάμεσα στα αδενικά στοιχεία είναι ασυνήθης και συνοδεύεται από δυσμενή πρόγνωση.[40,41,180]  
Αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με την εξέλκωση του βλεννογόνου, η οποία είναι συνήθης και δεν έχει αποδειχθεί, σε βάση ρουτίνας, να έχει κάποια προγνωστική αξία, παρά τα περί του αντιθέτου των ευρημάτων σε μία μελέτη με στρωματικούς όγκους του στομάχου.[146] Σημειωτέον, ότι σε αυτή την πολυπαραμετρική μελέτη ο μόνος ανεξάρτητος παράγοντας, ο οποίος διατήρησε την προγνωστική του αξία, ήταν το μέγεθος του όγκου.

Οι μεταλλάξεις ΚΙΤ έχουν αξιολογηθεί σαν προγνωστικοί παράγοντες με την έννοια ότι, η παρουσία τους είναι χαρακτηριστικά επιθετικής και κακοήθους συμπεριφοράς του όγκου  και μάλιστα συσχέτησαν τις μεταλλάξεις στο εξόνιο 11 σαν ισχυρό προγνωστικό παράγοντα.[188-190] 
 Όμως, όπως έχουμε αναφέρει πιό πάνω, >90% των GISTs έχουν KIT ή PDGFRa μεταλλάξεις και η παρουσία τους ή η απουσία τους από μόνες τους  δεν προοιωνίζουν κακοήθη ή καλοήθη συμπεριφορά.[14,20-23] 
 Όπως έχει διαπιστωθεί σε ορισμένες μελέτες, οι μεταλλάξεις δεν περιορίζονται σε μεγάλου μεγέθους όγκους με υψηλό μιτωτικό δείκτη,[20,21] αλλά παρατηρούνται και σε μικρού μεγέθους όγκους (<1cm) με χαμηλή μιτωτική δραστηριότητα,[21] τούτου πιθανόν οφειλομένου στη συσσώρευση δευτερογενών κυτταρογενετικών ανωμαλιών ή μοριακών μεταβολών, οι οποίες δυνατόν να συνοδεύονται από επιθετική κλινική συμπεριφορά του όγκου.[13]

Άλλοι πιθανοί προγνωστικοί παράγοντες που έχουν μελετηθεί είναι ο δείκτης κυτταρικού πολλαπλασιασμού Κi-67 (MIB),[144,191,192] η έκφραση των ογκοπρωτεϊνών p53,[192-194] bcl-2,[192,194] p16 INK4,[195] c-myc[192] και VEGF ’’αγγειοενδοθηλιακός αυξητικός παράγων’’[196] και η δραστηριότητα της τελομεράσης. 
 
Την τελευταία εικoσαετία άρχισε να χρησιμοποιείται, μέσα στα πλαίσια μελέτης των ‘’παράξενων’’[2] αυτών όγκων, η ανάλυση των πυρήνων των νεοπλασματικών κυττάρων προς καθορισμό της μέσης περιεκτικότητας σε DNA και συνακολούθως της πλοειδικότητας του όγκου με την χρήση διάφορων τεχνικών ( Flow cytometric analysis, Computerized static image analysis, Tritiated thymidine labeling index, Silver stained nucleolar organizer regions). 
 Eπί πλέον η μέτρηση του πυρηνικού πολλαπλασιασμού των νεοπλασματικών κυττάρων με την χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων (PC10,MIB-1,Ki-S5) έναντι πυρηνικών αντιγόνων κυτταρικού πολλαπλασιασμού (Ki-67, PCNA) οδήγησε στην εξαγωγή του δείκτου TPI (Tumor Proliferation Index) και έγινε προσπάθεια αξιολόγησης του δείκτου αυτού, επιπροσθέτως προς τον μιτωτικό δείκτη και το μέγεθος του όγκου, σαν προγνωστικού παράγοντα στην βιολογική συμπεριφορά του όγκου. 
Από μία μελέτη σε γαστρικούς στρωματικούς όγκους βρέθηκε διαφορετική μέση τιμή δεικτών για τις καλοήθεις, οριακές και κακοήθεις μορφές όγκου (11%, 16% και 34.5% αντιστοίχως), όπως επίσης διαφορετικές μέσες τιμές δεικτών για τους κακοήθεις μεταστατικούς (44%) από τους αντίστοιχους μη μεταστατικούς όγκους (12%). Ουδεμία διαφορά διαπιστώθηκε στις μέσες τιμές των δεικτών μεταξύ ατρακτοκυτταρικών και επιθηλιοειδών μορφών των όγκων.[197] 
Υπό την έννοια αυτή, η μέτρηση του δείκτου πυρηνικού πολλαπλασιασμού των στρωματικών όγκων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην καθημερινή πρακτική σαν δυνητικός προγνωστικός δείκτης του μεταστατικού δυναμικού του όγκου, αλλά όχι και σαν δείκτης της βιολογικής συμπεριφοράς του όγκου. Όμως σε μία μελέτη, η αύξηση του δείκτου Ki-67  σε >10% των πυρήνων συνοδεύθηκε με δυσμενή πρόγνωση, όσον αφορά την ολική επιβίωση,[191] αν και η παρατήρηση αυτή δεν έχει επιβεβαιωθεί σε άλλες μελέτες.[40,192]  
Γενικά, επειδή ο δείκτης Ki-67 είναι παρόμοιος του μιτωτικού δείκτη, απαιτείται περαιτέρω έρευνα προς προσδιορισμό της ανωτερότητας ενός εκάστου στο καθορισμό της πρόγνωσης της νόσου. Όσον αφορά την πλοειδικότητα του όγκου η ανευπλοειδία είναι ένας δείκτης κακοήθειας. [192,198,199]
 
Η ογκοκατασταλτική πρωτεϊνη p53 και η αντιαποπτωτική πρωτεϊνη bcl-2  έχουν επισύρει την προσοχή σαν προγνωστικοί δείκτες, επειδή εμπλέκονται στην αποκατάσταση του DNA και στον προγραμματισμένο κυτταρικό θάνατο. Η απώλεια του p53 προάγει την μετατροπή, ενώ η bcl-2 αναστέλλει την απόπτωση και αυξάνει τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Ο δείκτης  p53 σχετίζεται ευθέως με τα καθιερωμένα προγνωστικά κριτήρια κακοήθειας και ιδιαίτερα με τους μεταστατικούς στρωματικούς όγκους.[193,200] 

Αμφίσημα τα αποτέλεσματα όσον αφορά την αξία του δείκτου bcl-2, που κατ’ άλλους έχει προγνωστική αξία, [192,194]  και κατ’ άλλους όχι.[200] Τέλος όσον αφορά την δραστηριότητα της ανθρώπινης τελομεράσης φαίνεται ότι συνδέεται με κλινικώς επιθετικούς στρωματικούς όγκους,[201-203] αν και χρειάζονται περαιτέρω μελέτες προς επιβεβαίωση των ευρημάτων αυτών.

Συνέχεια (η. Θεραπεία)